Δύο παιδιά ήταν αρκετά για να παίξουν το «πετροφέγγαρο». Σε μέρος ομαλό και ανοιχτό συχνά σε δρόμους, χάραζαν ένα μακρουλό τετράπλευρο.

Το χώριζαν σε τέσσερα, ή περισσότερα άλλα ίσα τετράπλευρα και το τελευταίο από αυτά, σε άλλα δύο πιο μικρά. Το δεξί το λέγανε «ήλιο», το αριστερό «φεγγάρι».

Με λάχνισμα οριζόταν ο πρώτος παίχτης.

Στεκόταν ίσα - ίσα κατά μπροστά στο πρώτο τετράπλευρο και έριχνε μια πλακερή πετρίτσα πρώτα σ' αυτό κι ύστερα και στ' άλλα με τη σειρά. Κάθε φορά που έριχνε την πετρίτσα του, έπρεπε να προσέχει:

1. Να μην πέσει πάνω σε γραμμή, και
2. Να πάει στο τετράπλευρο όπου έπρεπε να πέσει, όχι σ' άλλο.

Ύστερα από κάθε ρίξιμο, κουτσαίνοντας με το δεξί πόδι, έμπαινε στο τετράγωνο που ήταν η πετρίτσα, και με τη μύτη του παπουτσιού του ή του ποδιού του αν έπαιζε ξυπόλυτο, χτυπούσε με προσοχή κατά έξω την πετρίτσα. Κάποτε το κατόρθωνε, ύστερα από πολλά χτυπήματα και μάλιστα από τετράπλευρο σε τετράπλευρο, προσέχοντας ούτε αυτός να πατήσει γραμμή, ούτε και η πετρίτσα να σταθεί επάνω σε κάποια γραμμή. Το πιο σημαντικό ήταν να μην ξεφύγει έξω από τα πλάγια.

Μετά από όλα αυτά έριχνε την πετρίτσα στον «ήλιο» κι έπειτα στο «φεγγάρι».
Κουτσαίνοντας ή και περπατώντας - στα ριξίματα αυτά επιτρεπόταν και να περπατήσει από τετράπλευρο σε τετράπλευρο και με όλη του την προσοχή να μην πατήσει τη γραμμή, έφθανε και στα μικρά αυτά τετράπλευρα. Μπορούσε αν ήθελε να ανοίξει τα σκέλη του να πατήσει και στα δύο του πόδια και να σταθεί, να ξεκουραστεί δηλαδή όσο ήθελε. Έπειτα ξανάρχιζε και έπρεπε να χτυπήσει και να βγάλει το πετράδι έξω με τις ίδιες προφυλάξεις που είχε λάβει και πρωτύτερα.

Αν αυτά κατόρθωνε και από τον «ήλιο» και από το «φεγγάρι» κέρδιζε την πρώτη. Με τη νίκη αυτή αποκτούσε το δικαίωμα να συνεχίσει ο ίδιος.

Αν όμως το πετράδι στο ρίξιμο ή στα χτυπήματα έπεφτε επάνω σε γραμμή, ή αν πεταγόταν έξω από τα πλάγια, ή αν ο παίχτης κατά λάθος πατούσε και τ' άλλο πόδι κάτω, ενώ έπρεπε πάντα να κουτσαίνει, ή ακόμα και κουτσαίνοντας, αν πατούσε επάνω σε γραμμή, έχανε και σταματούσε να παίζει.

Έπαιζε τότε ο δεύτερος με τους ίδιους όρους. Όποιος τέλος κατόρθωνε και έκανε τις επιτυχίες που όρισαν στην αρχή «έβγαινε» και κέρδιζε τελειωτικά.

Στην Ικαρία λεγόντουσαν «βασιλιάς» και «παπάς», ο «ήλιος» και το «φεγγάρι».

Το παιδί μπορούσε να κουτσαίνει στο δεξί ή και στο αριστερό πόδι, ανάλογα με το πιο πόδι μπορούσε να χρησιμοποιεί καλλίτερα.

Δείτε εδώ, πως παιζόταν το πετροφέγγαρο


περισσότερα περί παιγνιδιών
στο βιβλίο - Λεύκωμα του
Γιώργου Σαγώνα
- ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΠΑΙΓΝΙΔΙΑ -